Μοναχικές μαύρες φιγούρες στέκονται αγέρωχες αυτές τις μέρες στα βράχια γύρω από τη Θάσο, αναζητώντας ερωτικό σύντροφο.
Στις βραχονησίδες του βορείου Αιγαίου και κυρίως του κόλπου της Καβάλας, υπάρχει η μεγαλύτερη αποικία θαλασσοκόρακα στην Ελλάδα, που τώρα πλέον μπαίνει υπό παρακολούθηση από την Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, στο πλαίσιο του προγράμματος LIFE.
H Θάσος με τις βραχονησίδες της είναι μία από τις 17 περιοχές σε όλη τη χώρα που επιλέχθηκαν για να ενταχθούν στο πρόγραμμα LIFE που μελετά τα θαλασσοπούλια και κυρίως τους θαλασσοκόρακες και τους αιγαιόγλαρους.
Από τα μέχρι τώρα στοιχεία προκύπτει ότι η νησίδα Παναγία, στα νοτιοδυτικά της Θάσου φιλοξενεί τη μεγαλύτερη αποικία θαλασσοκόρακα στην Ελλάδα κι έτσι η περιοχή κρίνεται ιδιαίτερα σημαντική για τη διατήρηση του είδους σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Θέσεις φωλιάσματος του είδους έχουν εντοπιστεί και σε άλλα σημεία των ακτών του νησιού, αλλά και των απέναντι ακτών του Νομού Καβάλας είπε στο Εθνος, η συντονίστρια επικοινωνίας του προγράμματος LIFE, Ρούλα Τρίγκου.
Ο θαλασσοκόρακας δεν ταυτίζεται και πολύ με την κλασική έννοια των πουλιών της θάλασσας, καθώς είναι πιο λεπτός, κατάμαυρος και κολυμπά μισοβυθισμένος στο νερό, ανίκανος να παίξει με τον άνεμο ή τα κύματα.
Το πλέον αξιοπερίεργο όμως είναι πως αναπαράγεται τον χειμώνα, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει με όλα τα άλλα πετούμενα. Τους επόμενους 2 μήνες είναι η περίοδος του ζευγαρώματος και της αναπαραγωγής, και διευκολύνεται σε αυτό από το κρύο του χειμώνα, που δεν υπάρχουν ανεπιθύμητες επισκέψεις στις νησίδες. Μία άλλη χαρακτηριστική του συνήθεια είναι ότι έπειτα από κάθε ψάρεμα στέκεται για ώρα με απλωμένες τις φτερούγες για να στεγνώσει και να ζεσταθεί.
Ο συνολικός πληθυσμός του υπολογίζεται σε 1.000-1.200 ζευγάρια σε όλη τη χώρα, περισσότερο πολυάριθμος όμως είναι στο βόρειο Αιγαίο και κυρίως γύρω από τη Θάσο.
Ο θαλασσοκόρακας είναι είδος προτεραιότητας για προστασία, καθώς ο μεσογειακός πληθυσμός του δεν είναι μεγάλος.
Η υπεραλίευση κοντά στις ακτές τού στερεί την τροφή και, σε αντίθεση με τα άλλα θαλασσοπούλια, δεν μπορεί να ακολουθήσει ψαροκάικα και να τραφεί από τα μη εμπορεύσιμα ψάρια που πετούν οι αλιείς.
Μερικοί πιάνονται σε δίχτυα καθώς βουτούν, ενώ η συνήθειά τους να κολυμπούν συνεχώς τους κάνει ευάλωτους σε πετρελαιοκηλίδες σημείωσε η κ. Τρίγκου. Το πρόγραμμα LIFE θα καταγράψει επίσης και τον αιγαιόγλαρο, ένα μοναδικό είδος γλάρου που απαντάται αποκλειστικά και μόνο στη Μεσόγειο.
Η πρώτη αποικία του είδους βρέθηκε το 1966 στον χώρο όπου σήμερα εκτείνεται το θαλάσσιο πάρκο βορείων Σποράδων, και σήμερα υπάρχουν διάσπαρτες στο Αιγαίο περίπου 25 αποικίες με συνολικό πληθυσμό 700 ζευγάρια.
ΑΙΓΑΙΟΓΛΑΡΟΣ
Ικανός ψαράς που ζει σε ερημικές ακτές
Ο αιγαιόγλαρος μοιάζει πολύ με τον ασημόγλαρο, αλλά είναι λίγο μικρότερος σε μέγεθος, ελαφρύτερος και ξεχωρίζει από το βαθύ κόκκινο ράμφος του και τα σκουρόχρωμα πόδια. Είναι πολύ ικανός ψαράς και έχει τελειοποιήσει μια ειδική μέθοδο ψαρέματος: πετά πολύ αργά και χαμηλά πάνω από το νερό, αιφνιδιάζοντας τα ψάρια που είναι μαζεμένα στην επιφάνεια.
Ζει αποκλειστικά σε παράκτιες περιοχές, αποφεύγει τα γλυκά νερά, τους σκουπιδότοπους και την ενδοχώρα, επιλέγοντας ερημικές, βραχώδεις ακτές.
Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 70 ο παγκόσμιος πληθυσμός του είδους υπολογιζόταν σε 1.000 ζευγάρια, όμως με την εντατικοποίηση της μέσης αλιείας και την αύξηση της ποσότητας των ψαριών που πετούν από τα σκάφη στη θάλασσα, ο πληθυσμός τους αυξήθηκε απότομα ξεπερνώντας σήμερα τα 20.000 ζευγάρια. Η μεγαλύτερη αποικία βρίσκεται στο δέλτα του ποταμού Εβρου στη βορειοανατολική Ισπανία, όπου αναπαράγεται το 65% του πληθυσμού.
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΕΣ
Πομποί στα θαλασσοπούλια
Στο πλαίσιο του προγράμματος LIFE επιστήμονες από την Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία θα μελετήσουν τις αποικίες από τα δύο αυτά είδη, θα τοποθετήσουν πομπούς στα θαλασσοπούλια για να δουν ποιες είναι οι περιοχές στις οποίες συχνάζουν για να βρουν τροφή, θα ελέγξουν τα είδη των εισβολέων στις βραχονησίδες με σημαντικές αποικίες θαλασσοκόρακα και αιγαιόγλαρου, ενώ παράλληλα θα ενημερώσουν ψαράδες και κατοίκους για τα είδη αυτά.